22 Νοεμβρίου 2015

Ιστορίες της Νύχτας - Αγαπημένη μου μικρούλα.


     Έσκυψε απαλά και τη φίλησε στα χείλη.... Μικρές σπίθες φεγγαριού χόρευαν πάνω στα βλέφαρά της και τα δάκρυα αυλάκωναν το πρόσωπό της. Οι συχνές ξάγρυπνες νύχτες της την είχαν καταβάλει, ωστόσο ο χρόνος ελάχιστα είχε αγγίξει το όμορφο πρόσωπό της και το λεπτό καμπυλόγραμμο σώμα της με τα σκληρά του χέρια. Έξω έβρεχε, μα μέσα στο δωμάτιο -αν και το καλοριφέρ ανοιχτό- αυτή η ανυπόφορη και διαπεραστική παγωνιά...

     Τρεμούλιασε τα βλέφαρά της, προσπαθώντας ν΄ανοίξει τα μάτια της. Όταν τελικά τα κατάφερε, μέσα στο σκοτάδι μετά βίας μπόρεσε να διακρίνει αλλόκοτες φιγούρες γύρω της. Τα έκλεισε πάλι και τσουχτερά, δύσκολα, γεμάτα πόνο δάκρυα, πλημμύρισαν τα φωτεινά της μάτια. Της χάιδεψε τα μαλλιά και την έκλεισε ολόκληρη με λαχτάρα στην αγκαλιά του.... Η σκέψη του αγοριού της ήταν πολύ κοντά της πάλι απόψε στ΄αλήθεια, έτσι που την κυρίεψε μια ακατανίκητη επιθυμία να κοιτάξει ξανά τη φωτογραφία με το πρόσωπό του. Άναψε τη λάμπα δίπλα της και γλιστρώντας με κόπο έξω από το κρεβάτι, πλησίασε το βαμμένο ντουλαπάκι, όπου φύλαγε ορισμένα ιερά, μυστικά αντικείμενα. Ανάμεσά τους τα ερωτικά γράμματα εκείνου, που το καθένα άρχιζε "Αγαπημένη μου μικρούλα..." και ήταν γραμμένα στη διάρκεια του σύντομου αρραβώνα τους. Υπήρχαν όλες οι φωτογραφίες που ήταν μαζί, από την πρώτη κιόλας στιγμή της γνωριμίας τους. Κράτησε στα χέρια της την τελευταία, που φορούσε τη στολή του αξιωματικού. Καθώς κοιτούσε το σχεδόν παιδικό πρόσωπo έμοιαζε σαν να της χαμογελά περήφανα, χαρούμενα, μ΄εμπιστοσύνη.


     Ένας δυνατός πόνος διαπέρασε τη δυστυχισμένη, μαραμένη καρδιά της. Βυθίστηκε στις σκέψεις της.... Θυμήθηκε το τελευταίο τηλεφώνημα, Πρωταπριλιά σαν σήμερα, πριν έναν ακριβώς χρόνο. Ήταν μια σκέψη της τελευταίας στιγμής, μια παιδιάστικη φάρσα που η ιδέα της και μόνο την ενθουσίασε, τη συνεπήρε και δεν κάθισε να πολυσκεφτεί. Είχε αρχίσει ήδη και γελούσε μόνη της στην εικόνα της έκφρασης από το γλυκό του πρόσωπο, όταν θα καταλάβαινε πως του την είχε σκάσει! Θα άρχιζε, τότε, να κυνηγάει να την πιάσει προσποιούμενος τον θυμωμένο από το πάθημά του, θα την έπνιγε στις αγκαλιές και στα φιλιά του και θα γελούσαν, στη συνέχεια, με την καρδιά τους μέχρι δακρύων, για το πως είχε καταφέρει να τον ξεγελάσει με το ψέμα της.... Σήκωσε το τηλέφωνο και σχημάτισε βιαστικά τον αριθμό του. Έλεγε και ξανάλεγε τα λόγια της, προσπαθώντας να ακούγεται αποφασιστική... ίσως και λιγάκι απότομη, σκληρή, για να μην υποψιαστεί. Μία... δύο... τρεις χτύποι και η λατρεμένη του φωνή ακούστηκε από την άλλη άκρη της γραμμής.. "Αγαπημένη μου μικρούλα, είμαι σχεδόν έτοιμος. Ξεκινάω σε 5 λεπτά...."

     Αυτός ο αφόρητος, διαπεραστικός πόνος στην καρδιά ξαναγύρισε και στο μυαλό της θόλωσαν οι εικόνες, μπερδεύτηκαν με τα λόγια που βούιζαν τώρα στ΄αυτιά της: "Από καιρό ήθελε να του μιλήσει, αλλά δεν έβρισκε την κατάλληλη ευκαιρία...[...].... το τελευταίο διάστημα δεν ένοιωθε πια το ίδιο για εκείνον... [...]... ίσως λίγος χρόνος χώρια να βοηθούσε να ξεκαθάριζαν τα πράγματα μεταξύ τους....". Του έκλεισε το τηλέφωνο, μη μπορώντας να συγκρατήσει άλλο το γέλιο της, ενώ εκείνος προσπαθούσε ακόμα να καταλάβει. Τον ήξερε καλά το Νίκο! Από ώρα σε ώρα θα χτυπούσε η πόρτα -άλλωστε 10 λεπτά δρόμος η απόσταση που τους χώριζε- και στο αντίκρισμα του δεν θα μπορούσε πια να του κρυφτεί! Ω, πόσο πολύ αγαπούσε να πειράζει τον γλυκό της άγγελο!

     Η ώρα περνούσε και ο Νίκος της δεν είχε εμφανιστεί ακόμα. Περίεργο, μα το Θεό! Λες να την πίστεψε? Ή, μήπως, την κατάλαβε και ετοιμάζεται να της ξεπληρώσει τη φάρσα? Το τηλέφωνό του τώρα δεν απαντούσε. Μια αδιόρατη ανησυχία σπινθήρισε στο βλέμμα της με μιας, που όμως προσπάθησε γρήγορα να διώξει. Πήρε την τσάντα της και βγήκε βιαστικά στο δρόμο. Ένα ρίγος τη διαπέρασε. Έστριψε τη γωνία, ενώ οι σειρήνες από ένα ασθενοφόρο ούρλιαζαν απομακρυνόμενες. Κόσμος μαζεμένος... άνθρωποι σαστισμένοι... άλλων τα μάτια θολά από τα δάκρυα... "Κρίμα το παλικάρι", ακούστηκε μία φωνή να λέει δίπλα της. Και ξαφνικά, πάγωσε! Όλη της η ζωή σταμάτησε εκεί. Μπροστά στα πόδια της... ανάμεσα στα δεκάδες κομμάτια της μηχανής του Νίκου της.... στο τριαντάφυλλο, κόκκινο σαν το αίμα του που έβαφε το οδόστρωμα και προόριζε για εκείνη... Και μετά, όλα βυθίστηκαν στο σκοτάδι. Μια ατελείωτη νύχτα....


     Ξύπνησε μετά από ώρες σε κάποιο δωμάτιο νοσοκομείου, με τους γιατρούς από πάνω της, παραληρώντας στους εφιάλτες της και φωνάζοντας διαρκώς το όνομά του. Στην κηδεία του με δυσκολία στεκόταν όρθια... μια ζωντανή-νεκρή. "Εκείνος που πέθανε, ωστόσο ζει ακόμα ανάμεσά μας", της είχε πει ο ιερέας με χαμηλή φωνή τη μέρα εκείνη, περνώντας από κοντά της....

     Ξάπλωσε ξανά με τη φωτογραφία του σφιχτά στην αγκαλιά της, πάνω στο στήθος της. "Συγχώρεσε με, αγάπη μου...", ψιθύρισε με κόπο μέσα από τα αναφιλητά της. Σε λίγο ξημέρωνε μια ακόμη μέρα. Ένα ακόμη τίποτα για εκείνη. Ένα ακόμη ακόμη κάτι γι΄αυτόν. Της φίλησε τα μαλλιά, τα δάκρυα που μούσκευαν τα βλέφαρα της και στάλαζαν στην ψυχή του. "Σ΄αγαπώ πολύ, αγαπημένη μου μικρούλα! Πάντα θα σ΄αγαπώ και θα σε περιμένω. Και πάντα θα είμαι εδώ για σένα". 

                                         

     Η ιστορία που μόλις διαβάσατε είναι η δική μου συμμετοχή στις Ιστορίες της Νύχτας #2 της αγαπημένης μας Αριστέας. "Οι ιστορίες της Νύχτας δεν είναι διαγωνισμός, αλλά δρώμενο, ένα ακόμη κίνητρο για να δημιουργήσουμε", όπως λέει και η ίδια, "για να περάσουμε όμορφα και παρεϊστικα, για να διαβάσουμε και ν΄ανακαλύψουμε όλοι μαζί πάλι, μικρούς και μεγάλους λογοτεχνικούς θησαυρούς". Για να διαβάσετε όλες τις συμμετοχές δεν έχετε πάρα να επισκεφθείτε το blog της. Καλή σας ανάγνωση!